Σμήμα Μάρκετινγκ & Επικοινωνίας
Δείκτες Τιμών
ΑΠΟΣΟΛΑΚΗ ΑΡΙΣΕΙΔΗ (5100011) ΚΟΝΙΝΗ ΦΕΡΕΝΙΚΗ (5100169)
Μάθημα: Οικονομική ανάλυςη για επιχειρηματικέσ αποφάςεισ ΙΙ Καθηγητήσ : κ. Πατςουράτησ Β.
Περιεχόμενα
Εισαγωγή Ιστορικά Στοιχεία Αποπληθωριστής/Δείκτης Τιμών Α.Ε.Π Δείκτης τιμών καταναλωτή Πληθωρισμός Δείκτης τιμών χονδρικής πώλησης Δείκτης τιμών λιανικής πώλησης Βιβλιογραφία
2 3 4 6 13 16 16 18
1
Εισαγωγή
Η εργασία που ακολουθεί εκπονήθηκε από φοιτητές του τμήματος Μάρκετινγκ και Επικοινωνίας στα πλαίσια του μαθήματος «Οικονομική ανάλυση για επιχειρηματικές αποφάσεις ΙΙ» του 6ου εξαμήνου του προγράμματος σπουδών. Η θεματολογία της εργασίας αφορά τους Δείκτες τιμών. Γενικότερη ανάλυσή τους πραγματοποιείται στις ακόλουθες ενότητες.
2
Ιστορικά Στοιχεία
Η ελληνική οικονομία είχε εντυπωσιακούς ρυθμούς ανόδου μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο και τον Εμφύλιο, κατά κύριο λόγο όμως επειδή ξεκινούσε από πολύ χαμηλή βάση. Η συνεχής σύγκλιση με τις αναπτυγμένες δυτικές χώρες διακόπηκε απότομα το 1973 λόγω της πρώτης μεγάλης πετρελαϊκής κρίσης, κάτι που συνετέλεσε και στην πτώση της χούντας. Ακόμη χειρότερη έγινε η κατάσταση το 1979, με το ξέσπασμα της δεύτερης πετρελαϊκής κρίσης.
Την 1 Ιανουαρίου 2002 η Ελλάδα, και οι άλλες έντεκα τότε χώρες της ευρωζώνης απέκτησαν κοινό νόμισμα, το ευρώ. Η ένταξης της Ελλάδας στη ζώνη του ευρώ έγινε το 2001 μετά την επιτυχή πορεία σύγκλισης των δημοσιονομικών μεγεθών και την ικανοποίηση κατά τη διάρκεια του 2000 των (τεσσάρων από τα πέντε) κριτηρίων της συνθήκης του Μάαστριχτ (πληθωρισμός, έλλειμμα γενικ ής κυβέρνησης, δημόσιο χρέος, μηχανισμός συναλλαγματικών ισοτιμιών μακροπρόθεσμο επιτόκιο δανεισμού). Το ακαθάριστο προϊόν συνέχισε να αυξάνεται με ρυθμούς άνω του ευρωπαϊκού μέσου όρου εν μέρει λόγω των επενδύσεων σε υποδομές σχετιζόμενες με τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, αλλά και λόγω της ευκολίας πρόσβασης σε πιστώσεις για καταναλωτικές δαπάνες. Ωστόσο η Ελλάδα από το 2001 έως και το 2005 βρέθηκε να παραβιάζει το κριτήριο για έλλειμμα κάτω από 3% του Συμφώνου Σταθερότητας (το οποίο έχει σκοπό να διασφαλίζει ότι τα κράτη μετά την ένταξη στην ευρωζώνη και την ικανοποίηση των κριτηρίων του Μάαστριχτ, συνεχίζουν να τα τηρούν). Από τα τέλη του 2009 και αρχές 2010, εξαιτίας συνδυασμού διεθνών (οικονομική κρίση) και τοπικών (ανεξέλεγκτες δαπάνες κατά την περίοδο μέχρι τις εκλογές του 2009) παραγόντων η ελληνική οικονομία αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα, καθώς έχει το δεύτερο μεγαλύτερο ετήσιο έλλειμμα κρατικού προϋπολογισμού και το δεύτερο μεγαλύτερο δημόσιο χρέος στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
3
Αποπληθωριστής/Δείκτης Τιμών Α.Ε.Π
Το ΑΕΠ είναι η αξία αγοράς όλων των τελικών αγαθών και υπηρεσιών που παράγονται σε μια χώρα στη διάρκεια μιας ορισμένης χρονικής περιόδου.
Η μέτρηση του ΑΕΠ
Το προϊόν αξιολογείτε σε τιμές αγοράς. Συμπεριλαμβάνει την αξία μόνο των τελικών αγαθών, και όχι των ενδιάμεσων αγαθών (η αξία τους υπολογίζεται μόνο μία φορά). Συμπεριλαμβάνει υλικά αγαθά (φαγητά, ρούχα,παιχνίδια) και αυλές υπηρεσίες (ιατρικές επισκέψεις, κουρεία, εκπαίδευση). Συμπεριλαμβάνει αγαθά και υπηρεσίες που έχουν παραχθεί πρόσφατα, και όχι αγαθά και υπηρεσίες που έχουν παραχθεί στο παρελθόν. Μετρά την αξία της παραγωγής μέσα στα γεωγραφικά όρια μιας χώρας. Μετρά την αξία της παραγωγής που πραγματοποιείται στη διάρκεια μιας ορισμένης χρονικής περιόδου.
Πραγματικό και ονομαστικό ΑΕΠ
Το ονομαστικό ΑΕΠ αποτιμά την αξία της παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών σε τρέχουσες τιμές. Το πραγματικό ΑΕΠ αποτιμά την αξία της παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών σε σταθερές τιμές του έτους βάσης. Η προσαρμογή του ονομαστικού σε πραγματικό ΑΕΠ γίνεται με την χρήση του αποπληθωριστή του ΑΕΠ.
Ο αποπληθωριστής του ΑΕΠ μετρά το επίπεδο τρεχουσών τιμών σε σχέση με το επίπεδο τιμών του έτους βάσης.
4
Μας βοηθά να βρούμε το μέρος της αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ η οποία οφείλεται στην αύξηση των τιμών και όχι των παραγόμενων ποσοτήτων.
Αποπληθωριστής ΑΕΠ = Ονοματικό ΑΕΠ / Πραγματικό ΑΕΠ * 100
Παράδειγμα
5
Δείκτης τιμών καταναλωτή
Εισαγωγή Ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ) είναι οικονομικός δείκτης που καταρτίζεται για τη μέτρηση των διαχρονικών μεταβολών στις τιμές των καταναλωτικών αγαθών και υπηρεσιών που αποκτώνται, χρησιμοποιούνται ή πληρώνονται από τα νοικοκυριά. Συγκεκριμένα ο ΔΤΚ της Κύπρου καλύπτει τα καταναλωτικά έξοδα, σε συγκεκριμένα αγαθά και υπηρεσίες (καλάθι της νοικοκυράς), των νοικοκυριών που διαμένουν στην Κύπρο ή έχουν σκοπό να διαμείνουν στην Κύπρο για ένα χρόνο τουλάχιστον. Στόχος του ΔΤΚ είναι να καλύψει το πλήρες φάσμα της τελικής καταναλωτικής δαπάνης ώστε να δοθεί μια έγκαιρη και σαφής εικόνα του πληθωρισμού.
Χρήση και σημασία του ΔΤΚ Ο ΔΤΚ αποτελεί τον επίσημο δείκτη για τον υπολογισμό του πληθωρισμού, δηλαδή μετρά την κατά μέσο όρο ποσοστιαία μεταβολή των τιμών διαφόρων προϊόντων και υπηρεσιών (καλάθι νοικοκυράς) που καταναλώνουν τα νοικοκυριά στην Κύπρο. Επίσης χρησιμοποιείται για πολλούς διαφορετικούς σκοπούς, όπως σύνδεση με ΑΤΑ (τιμαριθμική αναπροσαρμογή μισθών), χρήση στην οικονομική και νομισματική πολιτική (επιτόκια, παραγωγικότητα, ΑΕΠ κλπ.), στις συλλογικές συμβάσεις, προσαρμογή συμβολαίων (έργα, ενοίκια κ.ά.).
Εννοιολογική βάση και κάλυψη του ΔΤΚ Εννοιολογικά ο ΔΤΚ είναι περισσότερο «δείκτης τιμών τύπου Laspeyres» παρά «δείκτης κόστους ζωής». Συνεπώς, ο ΔΤΚ δεν είναι ταυτόσημη έννοια με το κόστος ζωής. Ο ΔΤΚ μετρά μόνο την μεταβολή στο επίπεδο των τιμών. Το κόστος ζωής είναι ευρύτερη έννοια αφού πέραν των τιμών επηρεάζεται και από τις ποσότητες που αγοράζονται – καταναλώνονται όπως και τις ανέσεις/ανάγκες των νοικοκυριών. Η γεωγραφική κάλυψη του ΔΤΚ καλύπτει τις τιμές των αγαθών και υπηρεσιών στη Λευκωσία, Λάρνακα, Λεμεσό και Πάφο. Για κάθε πόλη οι αυξομειώσεις των τιμών κατά προϊόν κάθε μήνα σταθμίζονται (δηλ. δίνεται βαρύτητα) ανάλογα με τον πληθυσμό. Συγκεκριμένα οι συντελεστές στάθμισης για τις τέσσερις επαρχίες όπως έχουν καθοριστεί με βάση την τελευταία αναθεώρηση του ΔΤΚ (2005=100): Λευκωσία 42%, Λεμεσός 30%, Λάρνακα 18% και Πάφος 10%. Η πληθυσμιακή κάλυψη του ΔΤΚ περιλαμβάνει τα νοικοκυριά που διαμένουν στην Κύπρο ή έχουν σκοπό να διαμείνουν στην Κύπρο για τουλάχιστον ένα χρόνο.
6
Οι μετρούμενες τιμές είναι αυτές που πραγματικά πληρώνουν οι καταναλωτές για την απόκτηση συγκεκριμένων αγαθών και υπηρεσιών, συμπεριλαμβανομένων των διαφόρων φόρων, όπως το φόρο προστιθέμενης αξίας και το φόρο κατανάλωσης. Λαμβάνονται υπόψη στον υπολογισμό του Δείκτη και οι τιμές των ξεπουλημάτων καθώς και οι τιμές άλλων προσφορών εφόσον ισχύουν γενικά και δεν υπόκεινται κάτω από όρους.
Βασικά σημεία για το ΔΤΚ - Το καλάθι αγαθών και υπηρεσιών και η στάθμιση τους Ο καταρτισμός του ΔΤΚ γίνεται βάσει των προϊόντων και υπηρεσιών που περιλαμβάνονται στο καλάθι της νοικοκυράς και προκύπτουν κατά κύριο λόγο από την Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών που διενεργεί η Στατιστική Υπηρεσία (κάθε 5 χρόνια περίπου). Η τελευταία Έρευνα Οικογενειακών Προϋπολογισμών ολοκληρώθηκε το 2009 και οι νέοι συντελεστές στάθμισης έχουν εισαχθεί από τον Ιανουάριο του 2011. Η συγκεκριμένη έρευνα καταγράφει τις καθημερινές δαπάνες των νοικοκυριών και έτσι προσδιορίζονται πόσα ξοδεύουν και σε ποια αγαθά και υπηρεσίες. Το καλάθι της νοικοκυράς πρέπει να αναθεωρείται, έτσι ώστε να αντιπροσωπεύει τις τρέχουσες καταναλωτικές συνήθειες των νοικοκυριών. Δεν υπάρχει ομοιόμορφο καλάθι που να ισχύει για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Τα αγαθά και οι υπηρεσίες που περιλαμβάνονται στο ΔΤΚ έχουν τη δική τους βαρύτητα ή συντελεστή στάθμιση. Η βαρύτητα συγκεκριμένου αγαθού ή υπηρεσίας δείχνει το ποσοστό της δαπάνης, για την απόκτηση του από τα νοικοκυριά, σε σχέση με τη συνολική δαπάνη όλων των προϊόντων και υπηρεσιών του ΔΤΚ. Οι συντελεστές στάθμισης δεν αντικατοπτρίζουν τις ποσότητες που καταναλώνει το νοικοκυριό για συγκεκριμένα αγαθά και υπηρεσίες. - Τιμοληψία Η τιμοληψία πραγματοποιείται κυρίως με προσωπικές επισκέψεις στα καταστήματα και συμπληρώνεται με κεντρική συλλογή, μέσω τηλεφώνου και διαδικτύου. Περίπου 700 αγαθά και υπηρεσίες από όλες τις κατηγορίες δαπανών συνθέτουν το καλάθι της νοικοκυράς, σε σύγκριση με 530 είδη που κάλυπτε ο προηγούμενος τιμαριθμικός δείκτης. Κάθε φορά που αναθεωρείται ο δείκτης εμπλουτίζεται και ο κατάλογος των προϊόντων και υπηρεσιών με νέα είδη έτσι ώστε να αντανακλά καλύτερα όλο το φάσμα των καταναλωτικών συνηθειών των νοικοκυριών. Διευκρινίζεται ότι πολλά από τα «νέα είδη» δεν είναι κυριολεκτικά καινούργια αγαθά και υπηρεσίες αλλά τώρα περιλήφθηκαν στο καλάθι της νοικοκυράς καθότι έχουν αποκτήσει αρκετή βαρύτητα στις συνολικές δαπάνες των νοικοκυριών. Οι τιμές των 700 ειδών και υπηρεσιών παρακολουθούνται και καταγράφονται μια φορά κάθε μήνα, εκτός από κάποια εποχικά προϊόντα, όπως τα λαχανικά φρούτα, κρέατα και καύσιμα, των οποίων οι τιμές συλλέγονται κάθε βδομάδα (κάθε Πέμπτη).
7
Από τον Ιανουάριο του 2006, που τέθηκε σε νέα βάση ο ΔΤΚ, για κάθε προϊόν καταγράφονται 3 τιμές, δηλαδή από τρία ξεχωριστά καταστήματα σε κάθε πόλη (αντί 2 τιμές που ήταν προηγουμένως) ενώ για τα φθαρτά καταγράφονται 8 τιμές και για τα καύσιμα συλλέγονται οι τιμές των πρατήριων όλων των εταιρειών. Οι τιμές, εκτός από αυτές των φθαρτών και των καυσίμων, καταγράφονται σε προκαθορισμένες ημερομηνίες και μέσα σε περίοδο 3 εβδομάδων κάθε μήνα (από τις 6 μέχρι και τις 24 κάθε μήνα), συνεπώς αντιπροσωπεύουν όλη τη διάρκεια του μήνα. Η συλλογή των τιμών γίνεται από περίπου 1400 καταστήματα-υποστατικά και 700 κατοικίες (για τα ενοίκια). - Κωδικοποίηση Τα αγαθά και οι υπηρεσίες του ΔΤΚ κατανέμονται σε 12 κατηγορίες και ταξινομούνται βάση της κωδικοποίησης COICOP (όπως αυτή έχει καθοριστεί από την Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία): 1.Τρόφιμα και μη αλκοολούχα ποτά 2. Αλκοολούχα ποτά και καπνός 3. Είδη ένδυσης και υπόδησης 4. Στέγαση, ύδρευση, ηλεκτρισμός και θέρμανση 5. Επίπλωση, οικιακός εξοπλισμός 6. Υγεία 7. Μεταφορές 8. Επικοινωνίες 9. Αναψυχή και πολιτισμός 10. Εκπαίδευση 11. Εστιατόρια και ξενοδοχεία 12. Άλλα αγαθά και υπηρεσίες - Δημοσίευση του ΔΤΚ Ο γενικός ΔΤΚ όπως και οι επιμέρους δείκτες τιμών για τις 12 κύριες κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών δημοσιοποιούνται την πρώτη Πέμπτη κάθε μήνα, όπως η ημερομηνία αυτή προ-δημοσιεύεται στο ημερολόγιο ανακοινώσεων στην ιστοσελίδα της Στατιστικής Υπηρεσίας. Η δημοσιοποίηση του ΔΤΚ γίνεται με ανακοίνωση προς τα ΜΜΕ, στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και στην ιστοσελίδα της Στατιστικής Υπηρεσίας. Η άμεση και ταυτόχρονη πρόσβαση όλων των ενδιαφερομένων διασφαλίζει ακόμη περισσότερο την αξιοπιστία του ΔΤΚ. Προβλήματα στην κατασκευή του δείκτη κόστους ζωής 1. Το κόστος ζωής και τα αγαθά που περιλαμβάνονται στο Δείκτη. Για την κατασκευή του δείκτη πρέπει να καθοριστεί το μέσο μέγεθος οικογένειας με βάση τα δημογραφικά χαρακτηριστικά, να αποφασιστεί αν ο δείκτης μετραέι το κόστος ζωής μιας αστικής οικογένειας ή της οικογένειας που ζει σε μικρές πόλεις ή χωριά. Συνήθως οι δείκτες κατασκευάζονται για οικογένεια μεγάλων πόλεων.
8
Για τη μέτρηση του κόστους ζωής κάθε χρόνο θα πρέπει να υπολογιστεί η απαιτούμενη δαπάνη της οικογενειακής μονάδας για την αγορά των απαραίτητων αγαθών και υπηρεσιών σο διάστημα ενός έτους. Το πρώτο σοβαρό πρόβλημα είναι να καθοριστεί ποια και πόσα είναι τα «απαραίτητα» αγαθά. Για την απόφαση αυτή θα πρέπει να συνεργαστούν διάφοροι ειδικοί επιστήμονες, ιατροί, διαιτολόγοι, κοινωνιολόγοι, οικονομολόγοι, οι οποίοι θα καθορίσουν το ελάχιστο εισόδημα για να εξασφαλίσουν το minimum των θερμίδων για κάθε άτομο της οικογένειας και ένα ανεκτό minimum υπηρεσιών υγείας, ψυχαγωγίας κλπ. Πώς αντιμετωπίζεται όμως το θέμα διαφοράς τιμών για το ίδιο αγαθό? Υποτίθεται ότι με τη βοήθεια προεργασίας με δειγματοληψία, οι τιμές που χρησιμοποιούνται είναι αυτές που πληρώνει η οικογένεια του εισοδήματος που έχουμε υπόψη. Οπωσδήποτε είναι δύσκολο να εξασφαλιστεί αντιπροσωπευτικότητα χωρίς κανένα περιθώριο λάθους. 2. Η εκλογή του έτους-βάσης. Για την παρακολούθηση του κόστους ζωής διαλέγουμε ως αφετηρία ένα έτος στο παρελθόν και κάνουμε τη σύγκριση του κόστους ζωής για κάθε έτος με το κόστος του έτους-βάσης χρησιμοποιώντας το δείκτη τύπου Laspeyres ή Paasche. Βασικό προαπαιτούμενο για την εκλογή του είναι ότι κατά τη διάρκεια του έτους αυτού επεκράτησαν ομαλές συνθήκες με όσο το δυνατόν λιγότερες εξωτερικές επιδράσεις, όπως άσχημες καιρικές συνθήκες, πολεμικά γεγονότα κ.λπ.
Μειονεκτήματα και ανεπάρκειες του δείκτη Για να εξασφαλιστεί συνέπεια σ’έναν αριθμοδείκτη που αναφέρεται σε μεγέθη διαφόρων ετών θα πρέπει να υπάρχει συγκρισιμότητα των μεγεθών αυτών. Το πρόβλημα της μη συγκρισιμότητας είναι πιο πιθανό να δημιουργηθεί όσο μεγαλύτερη είναι η χρονική απόσταση των υπό σύγκριση περιόδων. Οι παράγοντες που προκαλούν υπερεκτίμηση των αυξήσεων στις τιμές ή υποεκτίμηση των μειώσεων ώστε ο δείκτης να υποφέρει από ανοδική μεροληπτικότητα είναι: 1. Το γεγονός ότι ο δείκτης δεν παίρνει υπόψη του τις μεταβολές στην ποιότητα των αγαθών που περιλαμβάνονται στο δείκτη, ιδιαίτερα αν η τρέχουσα περίοδος είναι απομακρυσμένη από την περίοδο-βάση. Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελούν οι δαπάνες του καταναλωτή για ιατροφαρμακευτική περίθαλψη. Οι πρόοδοι στην ιατρική που ενσωματώνονται και στα φάρμακα είναι δύσκολο να «ποσοτικοποιηθούν» και να μετρηθούν με ακρίβεια από το δείκτη κόστους. Αν η ανακάλυψη ενός νέου φαρμάκου καταπολεμά αποτελεσματικά μια ασθένεια στην τρέχουσα περίοδο για πρώτη φορά, είναι αδύνατο κάτι τέτοιο να μη συνεπάγεται υπερεκτίμηση της ανοδικής πορείας των τιμών ειδών φαρμακευτικής στο δείκτη κόστους. 2. Η είσοδος νέων προϊόντων στην αγορά δημιουργεί προβλήματα υπερεκτίμησης της ανοδικής πορείας των τιμών. Τα προϊόντα αυτά τελικά συμπεριλαμβάνονται στους δείκτες σε αντικατάσταση των παλιών. Αλλά συνήθως αυτό γίνεται με σημαντική καθυστέρηση ώστε να προκύπτουν ανακρίβειες ενδιάμεσα. Η καθυστέρηση ωφείλεται στο ότι τα νέα προϊόντα που ελκύουν την προσοχή του καταναλωτικού
9
κοινού στα πρώτα στάδια παραγωγής τους προσφέρονται στην αγορά σε μειωμένες τιμές λόγω οικονομιών κλίμακας. 3. Η σιωπηρή υπόθεση που γίνεται στην κατάρτιση των δεικτών ότι οι προτιμήσεις των καταναλωτών είναι σταθερές διαχρονικά. Η προτίμηση όταν εξετάζεται από τη σκοπιά ενός συνόλου υπόκειται σε συνεχή μεταβολή τόσο λόγω της αλλαγής στη σύνθεση του συνόλου όσο και λόγω μεταβολής στα εισοδήματα των ατόμων που αποτελούν το σύνολο. Ο δείκτης κόστους θα πρέπει να δείχνει τις μεταβολές του κόστους που συνεπάγεται η εξασφάλιση διαχρονικά ενός δεδομένου επιπέδου ικανοποίησης που απορρέει από τη χρησιμοποίηση των αγαθών και υπηρεσιών. Αν αποδεχτούμε την αλλαγή στις προτιμήσεις των καταναλωτών δεν είναι ορθολογικό να κάνουμε σύγκριση στο επίπεδο ικανοποίησης μεταξύ δύο περιόδων. 4. Ένας άλλος λόγος που εξηγεί την υπερεκτίμηση της ανοδικής πορείας των τιμών διαχρονικά ΔΚΤ αποκλείει τη δυνατότητα υποκατάστασης μεταξύ αγαθών. Ένας τρόπος άμυνας του καταναλωτή στις αυξήσεις των τιμών ορισμένων αγαθών είναι η υποκατάσταση ενός φθηνότερου αγαθού στην κατανάλωση του ακριβότερου αγαθού, αν τα δύο αγαθά ικανοποιούν την ίδια ανάγκη.
10
11
12
Πληθωρισμός
Πληθωρισμός είναι η συνεχής αύξηση του γενικού επιπέδου των τιμών μιας οικονομίας μέσα σε μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο. Ο πληθωρισμός μπορεί να είναι είτε θετικός, είτε αρνητικός (οπότε μιλάμε για αντιπληθωρισμό). Ας σημειωθεί ότι πληθωρισμός είναι η μεταβολή των τιμών. Δεν υφίσταται όταν οι τιμές σταθεροποιηθούν, ανεξαρτήτως αν είναι υψηλές ή όχι. Σε μια οικονομία όταν μετράμε τον πληθωρισμό, στην ουσία μελετάμε την ποσοστιαία μεταβολή του επιπέδου των τιμών, όχι για το σύνολο των αγαθών ήπαροχή υπηρεσιών που καταναλώνονται, αλλά για κάποια συγκεκριμένα αγαθά ή υπηρεσίες, το σύνολο των οποίων παλαιότερα καλούνταν "καλάθι της νοικοκυράς", ενώ πλέον χρησιμοποιείται το πολιτικά ορθότερο "καλάθι του καταναλωτή". Για να μετρηθεί ο πληθωρισμός, λαμβάνεται υπόψη το ποσοστό μεταβολής του επιπέδου τιμών κατά την διάρκεια μιας ορισμένης χρονικής περιόδου. Από πολλές οικονομικές θεωρίες ο πληθωρισμός θεωρείται ένα Νομισματικό Φαινόμενο, δηλαδή ότι ο πληθωρισμός είναι αποτέλεσμα μόνο της αυξημένης προσφοράς χρήματος. Έτσι η ύπαρξη πληθωρισμού δεν επηρεάζει τα μεγέθη της πραγματικής οικονομίας (ως πραγματικά μεγέθη, ορίζονται οι Δημόσιες Δαπάνες, οι Ιδιωτικές Επενδύσεις, και η Ιδιωτική Κατανάλωση). Αυτό είναι και γνωστό ως κλασική διχοτομία. Ένα παράδειγμα είναι ο υψηλός πληθωρισμός στην Ελλάδα της δεκαετίας του 80 που οφειλόταν εν μέρει στην εκτύπωση χρήματος από την Τράπεζα της Ελλάδος για να καλύψει τις αυξημένες παροχές που προσέφερε η κυβέρνηση.
Πληθωρισμός της ζήτησης
Ο πληθωρισμός της ζήτησης είναι ο πληθωρισμός που προκύπτει από αύξηση της ζήτησης χρήματος. Η αύξηση αυτή οφείλεται:
Αύξηση της προσφοράς του χρήματος. Αύξηση δημοσίων δαπανών Προσδοκίες του κοινού για επιδείνωση του πληθωρισμού Αύξηση της ζήτησης από το εξωτερικό για εγχώρια εμπορεύματα
Πληθωρισμός της προσφοράς
Ο πληθωρισμός της προσφοράς είναι ο πληθωρισμός που προκύπτει από μείωσης της προσφοράς χρήματος. Η μείωση αυτή οφείλεται:
Αύξηση μισθών ταχύτερη από την αύξηση της εργατικής παραγωγικότητας Αύξηση κερδών μεγαλύτερη από την αύξηση της αποδοτικότητας του κεφαλαίου Ανατίμηση των εισαγόμενων πρώτων υλών Αύξηση των συντελεστών έμμεσης φορολογίας Αύξηση του κόστους δανειακών κεφαλαίων
13
Πληθωρισμός και καταναλωτές
Μία καίρια επίπτωση του πληθωρισμού είναι ότι μειώνει διαχρονικά την αξία του χρήματος, πράγμα που σημαίνει ότι τα χρήματα, και ο κάτοχός τους, υφίστανται την απώλεια "αγοραστικής δύναμης". Εάν η τιμή του ψωμιού αυξάνεται κάθε χρόνο, τότε μπορεί να αγοραστεί λιγότερο ψωμί με τα ίδια χρήματα, ή καταβάλλονται περισσότερα χρήματα για την ίδια φρατζόλα ψωμί. Σε γενικές γραμμές, όταν οι τιμές ανεβαίνουν, το εισόδημα των πολιτών χάνει την αγοραστική του δύναμη - αγοράζουν λιγότερα αγαθά, κάνουν συντομότερες διακοπές στο εξωτερικό, και γενικά αρκούνται σε λιγότερα εάν τα εισοδήματά τους δεν αυξάνονται με τον ίδιο ρυθμό. Αυτή η απώλεια αγοραστικής δύναμης δεν επηρεάζει μόνο τους καταναλωτές και τα νοικοκυριά - έχει συνέπειες και για τις επιχειρήσεις και τις κυβερνήσεις Περαιτέρω συνέπεια του υψηλού πληθωρισμού ή των προσδοκιών υψηλού πληθωρισμού είναι ότι οι πολίτες εμφανίζουν μειωμένη τάση αποταμίευσης χρημάτων για μελλοντικές ανάγκες. Αυτό οφείλεται στο ότι ο πληθωρισμός με την πάροδο του χρόνου μπορεί να διαβρώσει την αγοραστική αξία των αποταμιεύσεων. Σε αυτή την περίπτωση, οι πολίτες που ενδεχομένως να θέλουν να αποταμιεύσουν για το μέλλον, στην πράξη προτιμούν να ξοδεύουν τα χρήματά τους τώρα.
14
Σύμφωνα με δημοσίευση της Εφημερίδας Ναυτεμπορικής την Τετάρτη 17 Απριλίου 2013:
Η διαμόρφωση του ελληνικού πληθωρισμού σε αρνητικό επίπεδο για πρώτη φορά ύστερα από 45 χρόνια είναι ένα κομβικό γεγονός για την οικονομία και σαφές τεκμήριο των επιπτώσεων που έχει προκαλέσει η βαθιά ύφεση των τελευταίων ετών.Θα μπορούσε να αποτελεί ένα ουσιαστικό γεγονός και για το ολοένα και πιο άδειο πορτοφόλι του καταναλωτή, αν η μεταβολή αυτή βρισκόταν σε αρμονία με τη μείωση της αγοραστικής ικανότητάς του. Σε μια οικονομία, όμως, που στην πενταετία 2008 - 2013 το ακαθάριστο εθνικό εισόδημα υποχώρησε σωρευτικά κατά 23,4%, το καθαρό διαθέσιμο εισόδημα κατά 26,6%, ο πληθωρισμός αυξήθηκε κατά την επίσημη εκδοχή- κατά 4,7%, αλλά το σημαντικότερο είναι πως η αίσθηση ότι γεμίζει πιο εύκολα και πιο φθηνά το καλάθι της καθημερινότητας, δεν υπάρχει.
Η έρευνα που δημοσιοποίησε, χθες, το Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου, ήταν αποκαλυπτική για τις πραγματικές εξελίξεις, αφού υπέδειξε ότι, στο ίδιο χρονικό διάστημα, οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν κατά 13%. Η ύπαρξη της αναντιστοιχίας στην καταγραφή έχει τις εξηγήσεις της, αλλά το ζητούμενο δεν είναι να αλλάξει η σύνθεση του δείκτη τιμών ή η προσέγγιση στη συλλογή των στοιχείων και την κατάρτισή του, ώστε να απεικονίζει το τι πράγματι συμβαίνει στην αγορά. Αυτό είναι ένα τεχνικό θέμα που θα έπρεπε να τύχει μιας επιστημονικά τεκμηριωμένης εξέτασης και συζήτησης, αλλά δεν είναι το κύριο αντικείμενο που πρέπει να μας απασχολήσει άμεσα σε ό,τι αφορά τη διαμόρφωση των τιμών. Το ενδιαφέρον σε μια εποχή κρίσιμων καταστάσεων εστιάζεται όχι στη στατιστική αποτύπωση της πραγματικότητας, αλλά στην ίδια την πραγματικότητα. Πιο απλά, αυτό που ενδιαφέρει δεν είναι το τι δείχνει ένας δείκτης, άλλα το πόσο επιβαρύνεται στην πράξη η αγοραστική ικανότητα εισοδημάτων ταλαιπωρημένων από την ύφεση, την ανεργία, την περιοριστική πολιτική και την κρατική φορολογική επίθεση -άμεση και έμμεση. Την Τετάρτη, το ΔΝΤ μίλησε για το υψηλό επίπεδο των τιμών σε σύγκριση με το ύψος και τη συρρίκνωση των εισοδημάτων και δεν είναι η πρώτη φορά που το κάνει αυτό. Επανειλημμένως οι ελεγκτές έχουν μιλήσει για τις βαθιά ριζωμένες αγκυλώσεις της ελληνικής επιχειρηματικής δραστηριότητας, τις οποίες υπέθαλψε η διαχρονική κρατική συνέργεια, ανικανότητα και αδιαφορία. Ετσι, η περίφημη διαδικασία εσωτερικής υποτίμησης, η οποία ήταν τμήμα της προσπάθειας προσαρμογής της οικονομίας στα νέα δεδομένα, ακολουθήθηκε μόνο ως προς το σκέλος συρρίκνωσης των εισοδημάτων. Σε μια ακόμη επίδειξη αναποτελεσματικότητας, η κρατική παρέμβαση, αντί να προσθέσει βαθμίδες ανταγωνιστικότητας, έκανε φτωχότερο ένα μεγάλο τμήμα του πληθυσμού.
15
Δείκτης τιμών χονδρικής πώλησης
Ο δείκτης χονδρικής πώλησης καλύπτει τις τιμές των προϊόντων που αγοράζονται σε μεγάλες ποσότητες από άλλες επιχειρήσεις ή εμπόρους και δεν περιλαμβάνει τις τιμές των υπηρεσιών, τους φόρους κατανάλωσης και το κέρδος του λιανοπωλητή, όπως συμβαίνει με το δείκτη τιμών καταναλωτή.
Δείκτης τιμών λιανικής πώλησης
Οι δείκτες λιανικού εμπορίου είναι ένας μηχανισμός μέτρησης των επιδόσεων (πωλήσεις, μερίδια αγοράς κ.λπ.) διαφόρων προϊόντων. Καθορίζονται με τη βοήθεια μετρήσεων που πραγματοποιούνται σ’ ένα σταθερό δείγμα καταστημάτων (panel), όπως τα καταστήματα τροφίμων. Το δείγμα αυτό επιλέγεται με στατιστικές μεθόδους και αντιπροσωπεύει το συνολικό αριθμό των καταστημάτων, ο οποίος έχει προηγουμένως προσδιοριστεί, είτε με πλήρη απογράφη είτε με δειγματοληπτική απογραφή. Στην Ελληνική αγορά διενεργούνται έρευνες εμπορίου που καλύπτουν τις εξής κατηγορίες καταστημάτων λιανικής πώλησης: • τροφίμων • γαλακτοπωλείων • περιπτέρων • ψιλικών Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας Ελευθεροτυπία στις 29/03/2013 Βουτιά 16,4% στις λιανικές πωλήσεις Σημαντική μείωση κατά 16,4%, σημείωσαν με το «καλημέρα» του 2013, οι πωλήσεις στο λιανικό εμπόριο της χώρας, προοιωνίζοντας περαιτέρω δυσάρεστες εξελίξεις τόσο στη λειτουργία των καταστημάτων και την απασχόληση, όσο και στα έσοδα του Δημοσίου. Είναι χαρακτηριστικό, ότι τον Ιανουάριο εφέτος ο όγκος των πωλήσεων σημείωσε διψήφια μείωση στην πλειονότητα των επιμέρους κατηγοριών των καταστημάτων, με την Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ) να καταγράφει τις εξής μειώσεις στον τζίρο: Καύσιμα και λιπαντικά αυτοκινήτων (19%), Φαρμακευτικά- Καλλυντικά (18,7%), Ένδυση-Υπόδηση (18,4%), Έπιπλα- Ηλεκτρικά είδη- Οικιακός εξοπλισμός (18,1%), Μεγάλα καταστήματα τροφίμων (14,8%), Τρόφιμα- Ποτά- Καπνός (12,7%), Βιβλία- Χαρτικά- Λοιπά είδη δώρων κ.ά. (7,7%) και Πολυκαταστήματα (7,3%). Ειδικότερα, από την ΕΛΣΤΑΤ δημοσιοποιήθηκαν τα εξής:
16
Ο δείκτης όγκου (κύκλος εργασιών σε σταθερές τιμές), με τα καύσιμα, στο λιανικό εμπόριο, σημείωσε μείωση 16,4% τον Ιανουάριο 2013, σε σύγκριση με τον δείκτη του Ιανουαρίου 2012, έναντι μείωσης 10,6% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση το 2012 προς το 2011.
Ο δείκτης κύκλου εργασιών (σε τρέχουσες τιμές), με τα καύσιμα, σημείωσε μείωση 16,2% τον Ιανουάριο 2013, σε σύγκριση με τον δείκτη του Ιανουαρίου 2012, έναντι μείωσης 8,8% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση το 2012 προς το 2011.
17
Βιβλιογραφία
Paper sources:
Getting Prices Right: What Should Be Done? ,Angus Deaton, Journal of
Economic Perspectives—Volume 12, Number 1—Winter 1998—Pages 37–46 Consumer Prices, the Consumer Price Index, and the Cost of Living, Michael J. Boskin, Ellen R. Dulberger, Rodert J. Gordon, Zvi Griliches and Dale W. Jorgenson, The Journal of Economic Perspectives, Vol. 12, No.1 (Winter, 1998), pp. 3-26
Internet sources:
http://www.euretirio.com/2010/06/apoplithoristis-deiktis-timonaep.html http://el.wikipedia.org http://ec.europa.eu/index_el.htm http://www.statistics.gr/portal/page/portal/ESYE
Newspapers (internet sites):
Ελευθεροτυπία : http://www.enet.gr/ Ναυτεμπορική : http://www.naftemporiki.gr/
Books:
Αρχές Οικονομικής Μακροοικονομική και Μικροοικονομική (Τρίτη Έκδοση), Πουρναράκης Ευθύμιος και Χατζηκωνσταντίνου Γεώργιος, Εκδόσεις Σοφία
18